Εκτιμάται ότι περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού βρίσκεται σε κατάσταση προδιαβήτη. Η πλειονότητα αυτών θα αναπτύξει διαβήτη τύπου 2, όμως οι αποτελεσματικές διατροφικές παρεμβάσεις παραμένουν περιορισμένες.
Μελέτες έχουν δείξει πως τα φιστίκια Αιγίνης μπορούν να βελτιώσουν δείκτες διατροφικής ποιότητας, ωστόσο δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο πώς επηρεάζουν το μικροβίωμα του εντέρου, το οποίο παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση της γλυκόζης και των φλεγμονών.
Νέα μελέτη υπό την Kristina Petersen, αναπληρώτρια καθηγήτρια διατροφικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, διαπίστωσε ότι η κατανάλωση φιστικιών το βράδυ, επηρεάζει τα βακτήρια του εντέρου σε ενήλικες με προδιαβήτη.
Αν και οι πιθανές θεραπευτικές επιδράσεις των ευρημάτων παραμένουν ασαφείς, η Petersen υποστηρίζει ότι μπορεί να αποδειχθούν σημαντικές για όσους προσπαθούν να βελτιώσουν τη μεταβολική τους υγεία.
Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι αντικαθιστώντας το βραδινό σνακ με υδατάνθρακες με φιστίκια, μπορεί να αναδιαμορφώσει το μικροβίωμα του εντέρου.
Προηγούμενη μελέτη των ίδιων ερευνητών έδειξε ότι τα φιστίκια έχουν παρόμοια επίδραση στη γλυκόζη του αίματος με αυτή που έχουν 15-30 γραμμάρια υδατανθράκων.
«Μια συνηθισμένη διατροφική σύσταση για άτομα με προδιαβήτη είναι να καταναλώνουν ένα βραδινό σνακ που αποτελείται από 15 έως 30 γραμμάρια υδατανθράκων για να βοηθήσουν στη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα κατά τη διάρκεια της νύχτας και το πρωί», δήλωσε ο Terrence Riley, κύριος συγγραφέας της έρευνας.
«Για παράδειγμα, θα μπορούσατε να φάτε μία ή δύο φέτες ψωμί ολικής αλέσεως».
Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η κατανάλωση περίπου 56 γραμμαρίων φιστικιών κάθε βράδυ επί 12 εβδομάδες, είχε ως αποτέλεσμα σημαντικά διαφορετικά προφίλ μικροβιώματος κοπράνων σε σύγκριση με εκείνους που κατανάλωναν σνακ με 15 έως 30 γραμμάρια υδατανθράκων.
Συγκεκριμένες ομάδες βακτηρίων, συμπεριλαμβανομένων των Roseburia και Lachnospiraceae -γνωστά ως «καλά» βακτήρια που παράγουν ευεργετικά λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας, όπως το βουτυρικό οξύ- ήταν περισσότερα μετά την κατανάλωση φιστικιών.
Σύμφωνα με την Petersen, το βουτυρικό οξύ χρησιμεύει ως κύρια πηγή ενέργειας για τα κύτταρα του παχέος εντέρου, βοηθά στη διατήρηση του εντερικού φραγμού και υποστηρίζει τις αντιφλεγμονώδεις διαδικασίες.
«Τα φιστίκια φαίνεται ότι μπορούν να μεταβάλουν σημαντικά το μικροβίωμα του εντέρου ενηλίκων με προδιαβήτη, ειδικά όταν καταναλώνονται ως βραδινό σνακ. Αυτές οι αλλαγές στο μικροβίωμα μπορεί να έχουν άλλα μακροπρόθεσμα οφέλη για την υγεία -ενδεχομένως βοηθώντας στην επιβράδυνση της ανάπτυξης του διαβήτη τύπου 2 ή στη μείωση της συστηματικής φλεγμονής- τα οποία ελπίζουμε να διερευνήσουμε στο μέλλον», δήλωσε η Petersen.
Στη μελέτη συμμετείχαν 51 ενήλικες με προδιαβήτη. Η μελέτη διεξήχθη σε δύο περιόδους 12 εβδομάδων με ένα διάλειμμα μεταξύ τους, προκειμένου τα ευρήματα του πρώτου μέρους της δοκιμής να μην επηρεάσουν το δεύτερο μέρος. Μέχρι το τέλος της μελέτης, όλοι οι συμμετέχοντες έλαβαν και τις δύο θεραπείες. Συλλέχθηκαν δείγματα κοπράνων και αναλύθηκαν χρησιμοποιώντας αλληλούχιση του γονιδίου 16S rRNA, μια τεχνική που μπορεί να βοηθήσει στην ταξινόμηση των βακτηρίων με βάση τη γενετική τους σύνθεση.
Η Petersen είπε ότι στους συμμετέχοντες που έτρωγαν φιστίκια, μειώθηκαν επίσης ομάδες βακτηρίων που έχουν συνδεθεί με χειρότερο μεταβολισμό.
«Τα επίπεδα του Blautia hydrogenotrophica -ενός βακτηρίου που βοηθά στην παραγωγή ενώσεων που μπορούν να συσσωρευτούν στο αίμα και να βλάψουν την υγεία των νεφρών και της καρδιάς-ήταν χαμηλότερα μετά την κατανάλωση φιστικιών. Τα επίπεδα του Eubacterium flavonifractor, το οποίο διασπά τις ευεργετικές αντιοξειδωτικές ενώσεις από τρόφιμα όπως τα φιστίκια, επίσης μειώθηκαν», είπε η Petersen.
Αν και η μελέτη κατέδειξε αλλαγές στα βακτήρια του εντέρου, παραμένει ασαφές εάν αυτές μεταφράζονται άμεσα σε βελτιώσεις στην υγεία – ένα ερώτημα που απαιτεί περαιτέρω έρευνα, είπε η Petersen.