Σύμφωνα με το 18ο συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης Μεταβολισμού των Οστών στην περίπτωση που υπάρχει γενικευμένη οστεοπόρωση τότε εκτός από την σπονδυλική στήλη, τα ισχία και τα χέρια (περιοχές που παθαίνουν πιο εύκολα κατάγματα) ίσως έχουν πρόβλημα και τα δόντια.
Η οστεοπόρωση είναι μια ασθένεια που χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική πυκνότητα και μέτρια ποιότητα οστού και δεύτερον, από διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών με αποτέλεσμα τη μείωση της αντοχής τους και τον αυξημένο κίνδυνο κατάγματος.
Εξελίσσεται χωρίς συμπτώματα ή πόνους έως ότου προκύψει κάποιο κάταγμα, που εντοπίζεται συνήθως στο ισχίο, στην σπονδυλική στήλη, ή στον καρπό. Έχει παρατηρηθεί ότι στην περίπτωση που υπάρχει γενικευμένη οστεοπόρωση τότε εκτός από την σπονδυλική στήλη, τα ισχία και τα χέρια έχουν πρόβλημα και τα δόντια.
Αν γενικά έχετε διάφορα προβλήματα με τα δόντια σας καλό είναι να σκέφτεστε και την οστεοπόρωση των γνάθων. Δηλαδή μειώνεται η αντοχή που έχει φυσιολογικά η γνάθος με αποτέλεσμα να χαλαρώνουν τα δόντια και στην χειρότερη περίπτωση να πέφτουν.
Η οστική απώλεια στις γνάθους είναι απόρροια γενικών νοσημάτων, αλλά κυρίως έχει συνδεθεί με την περιοδοντίτιδα και την απορρόφηση του οστού.
Η οστεοπόρωση στο στόμα παρουσιάζεται για ανθρώπους χωρίς δόντια με επιταχυνόμενο ρυθμό οστικής απώλειας, ενώ σε ανθρώπους με δόντια ως περιοδοντική νόσος, μη φλεγμονώδους αιτιολογίας, που τελικά οδηγεί στην απώλεια των δοντιών. Από το 1984 η ταχεία απώλεια οστού των γνάθων έχει συμπεριληφθεί στην συμπτωματολογία της γενικευμένης οστεοπόρωσης. Αξιοσημείωτο είναι ότι από την οστεοπόρωση το στοματογναθικό προσβάλλεται πριν ακόμα προσβληθούν η σπονδυλική στήλη και τα υπόλοιπα οστά.
Από μελέτες που έχουν γίνει προκύπτουν τα εξής:
· Η ύπαρξη υψηλής οστικής πυκνότητας στις γνάθους και στο σκελετό συνδυάζεται με μικρότερη απώλεια δοντιών, ακόμη και όταν υπάρχουν βαθείς θύλακοι.
· Στις περιοχές πρόσφυσης των μυών και εφόσον δεν υπάρχει έκπτωση της μασητικής λειτουργίας η οστική πυκνότητα διατηρείται υψηλή.
· Οι οστεοπορωτικές γυναίκες έχουν χαμηλότερη οστική πυκνότητα τόσο στις γνάθους όσο και στον υπόλοιπο σκελετό.
· Χαμηλή οστική πυκνότητα στο σκελετό προδιαθέτει σε ταχεία απορρόφηση της χωρίς δόντια φατνιακής ακρολοφίας.
Ο οδοντίατρος, με την ανίχνευση και την ευαισθητοποίηση ασθενών υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση οστεοπόρωσης, μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο τόσο στην πρόληψη όσο και στην έγκαιρη διάγνωση του νοσήματος. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στις περί και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, οι οποίες αποτελούν την ομάδα στόχο του νοσήματος και στην περίπτωση του στοματογναθικού συστήματος. Στους οδοντιατρικούς ασθενείς, όταν ανιχνεύονται παράγοντες κινδύνου, αλλά και σε αυτούς που έχουν ήδη έκδηλα κλινικά εγκατεστημένο το νόσημα και δεν το γνωρίζουν, προτείνεται έλεγχος (κλινικός και παρακλινικός) και, κατόπιν συνεργασίας με τον κλινικό γιατρό, πιθανώς φαρμακευτική αντιμετώπιση και ενίσχυση της πρόσληψης βιταμίνης D και ασβεστίου με τη διατροφή.
Από πλευρά καθαρά οδοντιατρικής περίθαλψης η καλή στοματική υγιεινή και η διατήρηση των δοντιών είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση υψηλής οστικής μάζας και την απρόσκοπτη λειτουργία του στόματος και των γνάθων.
Η διατήρηση της οστικής μάζας επιτυγχάνεται επίσης από πλευράς προσθετικής αποκατάστασης με την κατασκευή ειδικών οδοντοστοιχιών και με την τοποθέτηση οστεοενσωματούμενων εμφυτευμάτων, βοηθώντας στην διατήρηση της οστικής αντοχής.