Η πρωτόγνωρη εποχή που ζούμε λόγω της πανδημίας του Covid-19 έχει επιφέρει αλλαγές στην καθημερινότητά μας, τις οποίες μέχρι πρότινος δεν θα μπορούσαμε καν να φανταστούμε.
Η μεγαλύτερη ίσως από όλες, και σίγουρα αυτή με το σοβαρότερο αντίκτυπο σε πολλαπλά επίπεδα είναι η κοινωνική αποστασιοποίηση και η απομόνωση.
Πλέον είμαστε υποχρεωμένοι να περιορίζουμε στο ελάχιστο τις κοινωνικές μας επαφές και να ζούμε αποκομμένοι, ακόμα και από κάποιους από τους κοντινότερους μας ανθρώπους. Ερχόμαστε σε επαφή, σχεδόν αποκλειστικά, μονάχα με τα μέλη της οικογένειάς μας, με τα οποία μοιραζόμαστε την ίδια στέγη, και προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να κρατήσουμε επαφή με τους υπόλοιπους, κυρίως μέσω της τεχνολογίας.
Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη και γίνεται ακόμα δυσκολότερη στην περίπτωση που κάποιος αρρωστήσει και χρειαστεί να νοσηλευτεί.
Στην περίπτωση των ασθενών με Covid-19 η απομόνωση είναι δεδομένη.
Όλους αυτούς τους μήνες της πανδημίας έχουμε βομβαρδιστεί από συγκλονιστικές ιστορίες ασθενών που νοσηλεύτηκαν και πέθαναν μόνοι, χωρίς τη δυνατότητα επαφής με τους δικούς τους.
Παρόμοιες καταστάσεις εκ των πραγμάτων πλέον βιώνουν και όλοι οι υπόλοιποι ασθενείς που, για σοβαρή ή λιγότερο σοβαρή αιτία, χρειάζεται να εισαχθούν σε νοσοκομείο.
“Τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό υπαγορεύουν τον περιορισμό του επισκεπτηρίου στα νοσοκομεία στο ελάχιστο δυνατό.
Το επισκεπτήριο σε πολλές περιπτώσεις έχει ανασταλεί πλήρως ενώ στις υπόλοιπες επιτρέπεται μονάχα ένας συνοδός, που θα έχει λάβει ειδική άδεια“, αναφέρει ο Έκτορας Τσουγκαράκης, Ψυχολόγος, Γραφείο Ψυχολογικής Στήριξης Ερρίκος Ντυνάν Hospital Center, προσθέτοντας:
“Έτσι, ο ασθενής που έχει ήδη βιώσει τον δραματικό περιορισμό των κοινωνικών του επαφών, όπως όλοι μας, βρίσκεται στην πιο ευάλωτη στιγμή του εντελώς αποκομμένος από τη φυσική παρουσία των αγαπημένων του προσώπων.
Η εισαγωγή σε μια δομή υγείας είναι ούτως ή άλλως μια ψυχοπιεστική κατάσταση, που, σε συνάρτηση και με τη σοβαρότητα του προβλήματος υγείας, μπορεί να προκαλεί στον ασθενή φόβο (ακόμα και τρόμο), άγχος, ανασφάλεια και άλλα αρνητικά συναισθήματα.
Δύσκολα συναισθήματα, τα οποία συνήθως ο άρρωστος καταφέρνει να διαχειριστεί και με τη βοήθεια της παρουσίας των αγαπημένων του προσώπων – οικογένειας και φίλων – που βρίσκονται εκεί για να τον ανακουφίσουν.
Στις παρούσες δύσκολες συνθήκες της πανδημίας, όμως, αυτό δεν είναι εφικτό.
Ο ασθενής καλείται να ανταπεξέλθει μόνος του τόσο στη σωματική όσο και στην ψυχική και συναισθηματική δοκιμασία.
Είναι πια (έστω και προσωρινά) έξω από την κοινωνική φούσκα που τον είχαν συμβουλεύσει οι ειδικοί να φτιάξει, βρίσκεται στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου”.
Δεν είναι, όμως, και δεν πρέπει να είναι μόνος.
Περιστοιχίζεται από εργαζόμενους στον χώρο της υγείας και τους συνδέει κάτι παραπάνω από μια επαγγελματική σχέση.
Αποκομμένοι από το κοινωνικό τους περιβάλλον και οι εργαζόμενοι στον χώρο της Υγείας
“Από την αρχή της πανδημίας όσοι εργαζόμαστε στον χώρο της υγείας έχουμε βιώσει την αποκοπή από το κοινωνικό μας περιβάλλον (εκτός της εργασίας) σε εντονότερο βαθμό από τον γενικό πληθυσμό”, τονίζει ο κ. Τσουγκαράκης
Όντας περισσότερο εκτεθειμένοι, καθώς συνεχίζουμε να ερχόμαστε στις δουλειές μας, οι επιλογές μας για συναναστροφές εκτός δουλειάς, είναι πολύ περιορισμένες.
Είτε διότι άνθρωποι με τους οποίους θα βρισκόμασταν δε νιώθουν άνετα να μας συναναστραφούν, είτε διότι εμείς προστατεύουμε τους πιο ευάλωτους κοντινούς μας ανθρώπους, οι δικές μας κοινωνικές «φούσκες» είναι εκ των πραγμάτων πολύ περιορισμένες.
Η “σύνδεση με τον ασθενή”
“Αυτή όμως είναι και η σύνδεση που έχουν οι επαγγελματίες της υγείας με τους νοσηλευόμενους ασθενείς τους, και είναι και αυτό που πρέπει να αποτελεί τον οδηγό για τη σχέση μας μαζί τους τώρα που δεν μπορούν να έχουν δίπλα τους τα σημαντικά για αυτούς πρόσωπα”, τονίζει ο ψυχολόγος, επισημαίνοντας:
“Πρέπει τώρα περισσότερο από ποτέ να είμαστε δίπλα τους και να μπορούμε να αφουγκραστούμε και να ανακουφίσουμε όχι μόνο τα σωματικά τους συμπτώματα, αλλά και τους φόβους και τις ανασφάλειες που προκύπτουν από την επιβεβλημένη μοναξιά τους.
Σε ένα πρακτικό επίπεδο είναι σημαντικό να τους ενθαρρύνουμε (στο μέτρο των δυνατοτήτων τους) να κρατούν επαφή με τα αγαπημένα τους πρόσωπα, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογία, μέσω π.χ. βιντεοκλήσεων, ώστε να μη νιώθουν ότι η φυσική απόσταση επιφέρει και διακοπή της σχέσεων”.
Είναι προφανές ότι οι επαγγελματίες της υγείας δεν μπορούμε να αντικαταστήσουμε ούτε να υποκαταστήσουμε αυτές τις σχέσεις, όμως οι κοινές αναφορές οδηγούν στην ενσυναίσθηση και στην κατανόηση για το πώς νιώθουν οι ασθενείς μας και πώς μπορούν να ανακουφιστούν, με τον ίδιο τρόπο που και οι καταστάσεις μάς οδήγησαν στο να μοιραστούμε (έστω και για ένα μικρό διάστημα) την ίδια κοινωνική «φούσκα».