Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα περιέχουν είτε απειροελάχιστη ποσότητα φαρμάκων ή φυτικές ουσίες από τις οποίες όμως προέρχονται διάφορα φάρμακα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας τα Νέα, το πρώτο ερώτημα που εγείρεται είναι εάν η απειροελάχιστη φαρμακευτική ουσία είναι ικανή να έχει την ίδια δραστικότητα που έχει ένα φάρμακο στη δοσολογία εκείνη που είναι απαραίτητη για να εκδηλωθεί η δράση του. Η απάντηση στην περίπτωση αυτή μπορεί να είναι καταφατική, όμως υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Είναι γνωστό ότι σε κάθε μελέτη που γίνεται για να διαπιστωθεί η δραστικότητα ενός φαρμάκου χορηγείται στους ασθενείς ένα συγκεκριμένο φάρμακο, καθώς και το λεγόμενο placebo, δηλαδή το μη φάρμακο, χωρίς να γνωρίζουν οι ασθενείς της μελέτης εάν παίρνουν το φάρμακο ή παίρνουν το placebo.
Eκείνο που κατά κανόνα παρατηρείται σε όλες τις μελέτες είναι ότι η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου διαπιστώνεται στο 70%-80% των αρρώστων, όμως, κατά περίεργο τρόπο, διαπιστώνεται εξίσου και αποτελεσματικότητα του μη φαρμάκου σε ποσοστό που κυμαίνεται στο 15%-20% των ασθενών.
Η δραστικότητα του placebo πιστεύεται ότι οφείλεται στην ενεργοποίηση ενδογενών μηχανισμών, ιδίως του εγκεφάλου που παράγει κυρίως νευροορμόνες, οι οποίες φαίνεται ότι ασκούν δράση ανάλογη με αυτήν των φαρμάκων.
Σε σειρά μελετών συνεχίζει το δημοσίευμα, μία εκ των οποίων δημοσιεύθηκε μάλιστα στο εγνωσμένου και αδιαμφισβήτητου κύρους επιστημονικό περιοδικό «Νature», παρατηρήθηκε πέραν της βελτίωσης των συμπτωμάτων βελτίωση ακόμα και των βιοχημικών εξετάσεων, μόνο όμως στους αρρώστους εκείνους που έπαιρναν ομοιοπαθητικά φάρμακα και οι οποίοι εκ των προτέρων πίστευαν στην αποτελεσματικότητά τους.
Αντίθετα, δεν παρατηρήθηκαν τα ίδια ευρήματα σε εκείνους που δεν πίστευαν ότι τα ομοιοπαθητικά φάρμακα έχουν οποιαδήποτε ιαματική δράση.
Η ισχύς της ενδογενούς δύναμης – που ονομάζεται από τους θρησκευόμενους και πίστη – είναι κάτι που δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί. Αναμφισβήτητα όμως παρατηρείται μόνο σε ορισμένους ανθρώπους και γι’ αυτό πιθανότατα να έχει γονιδιακή βάση.
Αυτό στηρίζεται στο γεγονός ότι πρόσφατα έχουν περιγραφεί γονίδια που είναι υπεύθυνα για την κατάθλιψη, την εσωστρέφεια και την εξωστρέφεια ενός ατόμου, και τα οποία σχετίζονται με τους υποδοχείς της σεροτονίνης που είναι μια νευροορμόνη του εγκεφάλου. Με το ίδιο σκεπτικό, είναι πολύ πιθανόν στο άμεσο μέλλον να προσδιοριστούν τα γονίδια εκείνα που ελέγχουν τις νευροορμόνες του εγκεφάλου που σχετίζονται με την έκφραση της ενδογενούς δύναμης του κάθε ατόμου.
Το φαινόμενο της ενδογενούς αυτής δύναμης δίνει την εξήγηση για τη θεραπεία ακόμα και ορισμένων ανίατων παθήσεων, που σχεδόν όλες οι θρησκείες αναφέρουν και αποκαλούν θαύματα γιατί δεν μπορεί να δοθεί επαρκής επιστημονική εξήγηση